Με μεγάλους αριθμούς η τιμή. Καμιά αμφιβολία.
Πέντε ευρώ. Και τι ευωδία ήταν αυτή!
Με γάντι ένα ένα μόνος έβαζε,
- τακτική της μπισκιτερί -
τα μπισκοτάκια σε σακουλίτσα πλαστική.
Διαφορετικά, όχι πολλά.
Διαφορετική στο τέλος και η τιμή.
Πέντε ευρώ τα εκατό γραμμάρια.
Μα τα γραμμάρια είχαν κρυφτεί
μες των μπισκότων την βουνοκορφή.
Αφαίρεσε το γάντι κι απίθωσε
με την εξήγηση "tres cher"την πλαστική σακούλα
όπου είχε κλείσει την όρεξη να γλυκαθεί
πασπαλισμένη με μια κάποια αμηχανία ή ντροπή.
Σα σχόλασε η κυρία της μπισκιτερί
με την ευωδία του πλούτου στη μορφή
γελούσε ακόμα με τον βλάχο
που μπήκε στο αριστοκρατικό της μαγαζί.
Έκανε κράτει ως το σχόλασμα, την ιστορία
σαν ανέκδοτο στην οικογένεια να διηγηθεί.
Το γάντι - προσφορά του καταστήματος -έπρεπε να πεταχτεί.
Και τα απορριφθέντα αλμυρά λόγω τιμής
γλυκά της μπισκοτάκια με άλλο γάντι
στο διαφορετικό τους το καθένα καλαθάκι να τοποθετηθεί.
Αδειάζοντας την πλαστική σακούλα, ήρθε στα μάτια της
η ασυνήθιστη επιστροφή, ενός μικρού εμπορικού κόλπου
η μη αποδοχή και με θυμό και περιφρόνηση την πέταξε.
Δεν ήθελε τέτοιους πελάτες. Παρά τη γευστική ποιότητα
να αποκαλύπτουν την απάτη της, κρυμμένη επιμελώς
κάτω από μια κορυφή μπισκότων τόσο ευωδιαστή.
Έτσι (τους) δούλευε έως τώρα. Έκρυψε και την περιφρόνηση
μέσα σε μια ιστορία για τους δικούς της διασκεδαστική.
Ματίνα Γκούτζιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου