Translate

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαογραφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λαογραφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

07 Ιουνίου 2015

Γκόγκανα, νηστικόπιτες, μια μερίδα τίποτα με μπόλικο καθόλου κ.α. μασκαρεμένες εκφράσεις


Πολλές φορές αποφεύγει κανείς να δώσει μια αρνητική απάντηση άμεσα. Μάλιστα με περιπαικτική διάθεση απαντά με τέτοιο τρόπο, ώστε η αρνητική απάντηση να φαίνεται καταφατική. Εκτός από τη λέξη Αρίνταγας (βλ.http://matinaal.blogspot.gr/2014/07/auf-balkonien.html) που δηλώνει έναν ανύπαρκτο τόπο διακοπών, το πουθενά γενικότερα, οι Κοζανίτες, όταν θέλουν να δηλώσουν το απόλυτο τίποτα χρησιμοποιούν και τη λέξη γκόγκανα. Τα γκόγκανα (ή γκάγκανα στην Κάλιανη) στην πραγματικότητα είναι ο καρπός ενός άγριου θάμνου (οι άγριοι θάμνοι στο τοπικό ιδίωμα ονομάζονται και γκαγκτζιές) που φύεται στις εξοχές γύρω από την πόλη. Φαίνεται λοιπόν ότι σε περιόδους πείνας και φτώχειας, οι Κοζανίτες για να διασκεδάσουν τον πόνο τους έλεγαν "θα φάμε γκόγκανα" που υπήρχαν εν αφθονία αλλά δεν τρώγονταν - κατά μαρτυρία της μάνας μου ήταν στυφά - σε αντίθεση με τους φαγώσιμους καρπούς που δεν υπήρχαν ή δεν περίσσευαν. Πολλές φορές ακόμη και σήμερα όταν δεν υπάρχει φαγητό στο σπίτι, ακούμε τους Κοζανίτες να απαντούν στην ερώτηση "Τι θα φάμε σήμερα;" με τη λέξη " Γκόγκανα!" Στη συνέχεια με τη μεταφορική της σημασία η λέξη γκόγκανα χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα και μέχρι σήμερα στην τοπική διάλεκτο σημαίνει το απόλυτο τίποτα.

12 Απριλίου 2015

ΑΠΟΥ ΡΑΚΙ ΗΤΑΝ

Μια ακόμα ιστορία από τα παλιά και το βιβλίο του Νάση Αλευρά "Μ' είπιν η μάνα μ'". Οι άντρες, "οι άντρηδις ή άντροι" μετά το πέρας της εργασίας τους (εργάτες, τεχνίτες, καταστηματάρχες-έμποροι, γεωργοί-αμπελουργοί, ζωέμποροι- κτηνοτρόφοι οι περισσότεροι) έβγαιναν τη βολτίτσα τους ως είθιστο για να κουβεντιάσουν για τα τρέχοντα με φίλους. Στέκια της εποχής ήταν τα καταστήματα ή εργαστήρια φίλων που δούλευαν μέχρι αργά, κρασάθκα, καφενεία, αργότερα τα εστιατόρια. Εκεί έπιναν το κρασάκι ή ρακί, ξεροσφύρι ή με μεζεδάκι ανάλογα με τη δυνατότητα, το βαλάντιο και τις συνήθειες. Κάποιοι έπιναν λίγο παραπάνω, κοινώς το έτσουζαν, όπως γίνεται και στην παρακάτω ιστορία με τις ανάλογες συνέπειες στην υγεία του πότη:

11 Απριλίου 2015

ΟΙ ΠΟΥΓΚΟΥΦΟΥΛΙΕΣ


Τις ιστορίες του Νάση Αλευρά από το βιβλίο του " Μ' είπιν η Μάνα μ' ", θυμάμαι να μας διαβάζει ο πατέρας μου, Θύμιος Γκούτζιος, όταν ήμαστε μικρά παιδιά, μέρες συνήθως γιορτινές σαν αυτές που διανύουμε, τότε που περίσσευε ελεύθερος χρόνος. Θυμάμαι επίσης ότι μας άρεσε να τις ακούμε και τις θεωρούσαμε διασκεδαστικές, θα έλεγα ότι τις ακούγαμε σαν ένα Κοζανίτικο αστείο παραμύθι:

12 Φεβρουαρίου 2015

"Τι εστί γάμος" (Κοζανίτικα μπέντια)


Άλλη μια ιστορία από το βιβλίο του Νάση Αλευρά " μ' είπιν η μάνα μ' " (έκδοση 1964). "Μπέντια" με σκωπτική διάθεση για το γάμο, αλλά και για το πολιτικό "μέσον", τις τακτικές των βουλευτών, καθώς και τον τρόπο επάνδρωσης του δημοσίου.

Χάλιβαν γραμματ'κοί για του ληξιαρχείου. Μαζώθκαν πουλλά πιδιά για να δώσ'ν ιξιτάσεις. Κουντά σι τούτνους πήγαν να γράψ'ν κι ου Πήλιους τ'ς Μπούντιους, ου Ντιόντιους τ'ς Βακής κι ου μίξαρ'ς ου Κουκόλ'ς τ'ς Φλήκους.
Ιέκατσαν ουόλ στα θρανία κι στρώθκαν για του γράψιμου. Κι για να τ'ς δουκιμάσ'ν οι τρανοί, αν ιέκαμναν για του ληξιαρχείου, τ'ς ιέβαλαν να γράψ'ν ιένα ψίχα δύσκουλου αρώτημα: "Τι εστί γάμος;"

15 Ιανουαρίου 2015

Κοζανίτικες μεταφορικές εκφράσεις

Η Κοζάνη τη δεκαετία του 1930
Τις μεταφορικές αυτές εκφράσεις που εμπεριέχουν λέξεις σχετικές με την τροφή και τη διαδικασία του φαγητού, βρήκα στο εξαιρετικό και πολύτιμο για τον πολιτισμό της Κοζάνης βιβλίο "Γεύσεις από παλιά Κοζάνη" των Ματίνας Μόμτσιου Τσικριτζή και Φάνης Φτάκα Τσικριτζή. Εγώ προσθέτω μόνον τη σημασία τους, πότε και για ποιο λόγο λέγονταν.

1. Μισή μιρίδα άνθρουπους: Λέγονταν για τον μικροκαμωμένο, τον λιανό τον αδύνατο, τον αχαμνό, για κάποιον που δεν τον πιάνει το μάτι σου, που δεν τον λογαριάζεις σημαντικό ή ότι μπορεί να τα καταφέρει. Την έκφραση, τη χρησιμοποιούμε και σήμερα στην κοινή νεοελληνική.
2.Τιρούσιν κι τουν έπιφταν τα σάλια: Λέγονταν για κάποιον που επιθυμεί πάρα πολύ κάτι, που το λιγουρεύεται, που είναι νηστικός ή στερημένος γενικότερα και επιθυμεί αυτό που οι άλλοι απολαμβάνουν ή έχουν από μακριά.
3. Πε τα καθαρά κι μην τα μουτσιαλνάς (μουτσιαλνώ = μασώ): Λέγονταν για τους ανειλικρινείς, γι' αυτούς που προσπαθούσαν να αποκρύψουν στοιχεία, την αλήθεια γενικότερα, γι' αυτούς που μασούσαν τα λόγια τους. Για τις υπεκφυγές και τα μισόλογα, 
4. Μη γένισι μουναχουφάης: Λέγονταν για κάποιον που τα ήθελε όλα δικά του και δεν μοιράζονταν.
5. 'Ν έκαμάμι φσιέκ': α) δηλ. φάγαμε πολύ και καλά, μέχρι σκασμού, την κάναμε ταράτσα. β)Νομίζω ότι η έκφραση αυτή είχε και δεύτερη σημασία και δήλωνε ότι θυμώσαμε κάποιον πάρα πολύ (τουν έφκιασα φσιέκ'), τον κάναμε πύραυλο, Τούρκο, συνήθως για λόγους εκδίκησης ή ανταπόδοσης. 
6. Δε χαρίζ' κάστανα: Λέγονταν για κάποιον που τα λέει έξω από τα δόντια, χωρίς φόβο και πάθος, που μιλάει και εκφράζει την άποψή του με θάρρος και παρρησία. Το λέμε και σήμερα.
7. Είναι χαψιά κι σχώριου (χαψιά = μπουκιά, σχώριου = συγχώρεση): Λέγονταν για κάτι πολύ νόστιμο, εύγευστο ή πολύ όμορφο, με ιδιαίτερο κάλλος π.χ. μια όμορφη κοπέλα. "Είναι μπουκιά και συχώριο" λέμε και σήμερα.
8. Δεν αδειάζου να φάου ψουμί: Δηλαδή, δεν ευκαιρώ, δεν μου περισσεύει χρόνος, είμαι πολυάσχολος. Το έλεγαν συχνά οι παντρεμένες γυναίκες, καθώς οι πολλές δουλειές και υποχρεώσεις τις κρατούσαν συνεχώς στο πόδι. 
9. Μυρίζ' χουρτασιές: Λέγονταν για κάποιον που δεν είχε όρεξη να φάει στο κανονικό τραπέζι, γιατί προηγουμένως είχε τσιμπολογήσει ή και για κάποιον που η οικονομική του άνεση ήταν εμφανής.

Από Ματίνα Γκούτζιου

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οποιαδήποτε προσθήκη ή διόρθωση είναι καλοδεχούμενη και πολύτιμη.

09 Ιανουαρίου 2015

ΟΙ ΑΓΟΥΡΙΔΙΣ (Νάσης Αλευράς)

Άλλη μια ιστορία από το βιβλίο του Νάση Αλευρά «Μ’ είπιν η μάνα μ’» (έκδοση 1964). Τις ιστορίες αυτές θυμάμαι να μας διαβάζει ο πατέρας μου, Θύμιος Γκούτζιος, όταν ήμαστε μικρά παιδιά για να μας διασκεδάσει, θα έλεγα σαν ένα Κοζανίτικο παραμύθι ή «μπέντι» όπως λεν οι Κοζανίτες. Δηλαδή μια ιστορία από τα παλιά που σκοπό έχει να σατιρίσει, να αστειευτεί με πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά και να ευχαριστήσει, να δια-σκεδάσει, μερικές φορές ακόμα και να διδάξει. Το βιβλίο αυτό θυμήθηκα τελευταία και το αναζήτησα στη βιβλιοθήκη του πατρικού μου, με αφορμή το μουντιάλ ποδοσφαίρου, καθώς στη μνήμη μου ανασύρθηκε μια ιστορία σχετική με τη «μπάλα» από το συγκεκριμένο βιβλίο. Από κει και πέρα βλέποντας ότι αυτές οι ιστορίες δε διασώζονται σε ηλεκτρονική μορφή, θεώρησα ότι θα ήταν καλό να καταγραφούν και στον διαδικτυακό χώρο, πολύ περισσότερο αφού αποδείχτηκε ότι ενδιαφέρουν και διαβάζονται από τους Κοζανίτες. Στη συγκεκριμένη ιστορία, λόγω πολιτικών συγκυριών, θα μπορούσε να δοθεί και ένας ακόμα τίτλος από φράση του κειμένου: «Πώς οι Γιρμανοί μας ακόλτσαν τ’ άντιρα στα πλιβρά, απ’ τ’ν νησκουσίν». Τίτλος που εκφράζει απόλυτα την πείνα της κατοχής, αλλά προσεγγίζει και την πτώχευση του ελληνικού λαού εξαιτίας της ευρωπαϊκής-γερμανικής πολιτικής, καθώς και των υπηρετούντων αυτήν Ελλήνων πολιτικών.

08 Σεπτεμβρίου 2014

ΣΤ'Ν ΕΚΘΙΣ' (Νάσης Αλευράς)

Άλλη μια ιστορία από το βιβλίο του Νάση Αλευρά «Μ’ είπιν η μάνα μ’» (έκδοση 1964). Τις ιστορίες αυτές θυμάμαι να μας διαβάζει ο πατέρας μου, Θύμιος Γκούτζιος, όταν ήμαστε μικρά παιδιά για να μας διασκεδάσει, θα έλεγα σαν ένα Κοζανίτικο παραμύθι ή «μπέντι» όπως λεν οι Κοζανίτες. Δηλαδή μια ιστορία από τα παλιά που σκοπό έχει να σατιρίσει, να αστειευτεί με πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά και να ευχαριστήσει, να διασκεδάσει, μερικές φορές ακόμα και να διδάξει. Βλέποντας ότι αυτές οι ιστορίες δε διασώζονται σε ηλεκτρονική μορφή, θεώρησα ότι θα ήταν καλό να καταγραφούν και στον διαδικτυακό χώρο, πολύ περισσότερο αφού αποδείχτηκε ότι ενδιαφέρουν και διαβάζονται από τους Κοζανίτες.

Η συγκεκριμένη ιστορία αναφέρεται στη ΔΕΘ. Η πρώτη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης εγκαινιάστηκε στις 3 Οκτωβρίου του 1926. Στις σημερινές της εκθεσιακές εγκαταστάσεις η ΔΕΘ-Helexpo μεταφέρθηκε οριστικά το 1937. Η λειτουργία της διακόπηκε προσωρινά εξαιτίας του πολέμου, ενώ το 1950 χρηματοδοτήθηκε από το σχέδιο Μάρσαλ για την αποκατάσταση του λεηλατημένου εκθεσιακού χώρου. Κατά τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 οι Έλληνες εκθέτες που συμμετείχαν στις διοργανώσεις ανέρχονταν σε 400, ενώ οι ξένοι έφταναν τους 1.500 κατά μέσο όρο ανά διοργάνωση. Το 1967 μάλιστα οι επισκέπτες άγγιξαν τον αριθμό ρεκόρ του 1,7 εκατομμυρίου. Στη δεκαετία του ’70 κατασκευάστηκαν τα μεγαλύτερα περίπτερα της ΔΕΘ-Helexpo, τα οποία λειτουργούν μέχρι και σήμερα, ενώ το 1973 διοργανώθηκαν οι πρώτες κλαδικές εκθέσεις, η Διεθνής Έκθεση Γούνας και η Διεθνής Έκθεση Μαρμάρου. Σήμερα διοργανώνει μεγάλες κλαδικές εκθέσεις, περιφερειακές εκθέσεις ανά την Ελλάδα, συμμετέχει σε μεγάλες εκθέσεις του εξωτερικού με εθνικά περίπτερα και διαχειρίζεται τις εγκαταστάσεις του Διεθνούς Εκθεσιακού και Συνεδριακού Κέντρου Θεσσαλονίκης και του Εκθεσιακού και Συνεδριακού Κέντρου Αθηνών. (Πηγή: http://el.wikipedia.org/wiki/ΔΕΘ)

Βέβαια να μην ξεχνάμε ότι στα εγκαίνια της ΔΕΘ κάθε χρόνο ο πρωθυπουργός της χώρας προβαίνει σε βαρυσήμαντες δηλώσεις και εξαγγελίες για την οικονομία, που προκαλούν τόσο γέλιο, όσο και η παρακάτω ιστορία (αν δεν αδικώ τις δηλώσεις στη σύγκριση αυτή).

Αλλά για να μη μακρηγορώ περισσότερο, ιδού η ιστορία: