Σαρλ Μπωντλαίρ
ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ
Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί
άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,
που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί
καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.
Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
αυτοί οι ρηγάδες τ' ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τ' αποσταμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.
Πώς κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός!
Τ' ωραίο πουλί τι κωμικό κι αδέξιο που απομένει!
Ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά
κι άλλος, χωλαίνοντας, το πώς πετούσε παρασταίνει.
Ίδιος με τούτο ο Ποιητής τ' αγέρωχο πουλί
που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,
σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή
μέσ' στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.
μτφρ. Αλέξανδρος Μπάρας
(1906-1990)
Για περισσότερες μεταφράσεις του ίδιου ποιήματος: http://www.sarantakos.com/language/par-albatros.html
Στο ποίημα « Άλμπατρος» συνοψίζεται ολόκληρη η κοσμοθεωρία του Μπωντλαίρ για τη θέση του ποιητή στον κόσμο και την λειτουργία της ποίησης .Το ποίημα ανήκει στο πρώτο κεφάλαιο της συλλογής «τα άνθη του κακού», που έχει τον τίτλο « Spleen et Ideal»
Η πηγή έμπνευσης του ποιητή αποτελεί ένα πραγματικό περιστατικό στο ταξίδι του προς τις Ινδίες : ένα πουλί άλμπατρος ( τεράστιο θαλασσινό πουλί ) που πέταγε κοντά στο κατάρτι, χτυπήθηκε από τον καπετάνιο και μετά βασανιζόταν για μέρες από τους ναυτικούς που το κρατούσαν δεμένο από το πόδι, αιχμάλωτο στη γέφυρα του καραβιού. Όλοι γελούσαν μαζί του , με τον τρόπο που βάδιζε αιχμαλωτισμένο, εμποδισμένο από το δεμένο πόδι του και τα τεράστια φτερά του να σέρνονται στο κατάστρωμα
Ο Μπωντλαίρ βλέπει στην εικόνα αυτού του τραυματισμένου, αιχμαλωτισμένου αλλά αγέρωχου πουλιού τον ποιητή που κατασπαράσσεται στον αντιποιητικό , συμβιβασμένο και εγωιστικό κόσμο μας. Ο Συμβολισμός κυριαρχεί. (Πηγή: http://fotodendro.blogspot.gr/2013/07/blog-post.html)
O Charles Baudelaire γεννήθηκε στο Παρίσι το 1821, όταν ο πατέρας του ήταν εξήντα και η μητέρα του είκοσι έξι ετών. Το 1828, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του ξαναπαντρεύτηκε τον στρατηγό Οπίκ, δεσπόζουσα φυσιογνωμία στα νεανικά χρόνια του Μπωντλέρ. Μετά τις σπουδές του στη Λυών και στο Παρίσι, αποφασισμένος πια πως μόνο η ποίηση τον ενδιαφέρει, κι έπειτα από ένα καταναγκαστικό ταξίδι στις Ινδίες (1841-42), ο Μπωντλέρ βρέθηκε πάλι στο Παρίσι, κληρονόμος μιας σεβαστής περιουσίας και έτοιμος να αφοσιωθεί στην ποίηση. Έζησε μια ζωή σύντομη αλλά έντονη, γεμάτη πάθη και καταχρήσεις που τον εξάντλησαν σωματικά, λάτρεψε τη Μαύρη Αφροδίτη των ποιημάτων του, την Ζαν Ντυβάλ, «ανακάλυψε» και μετέφρασε τον Πόε, και υπέστη το διωγμό και την καταδίκη για τα Άνθη του Κακού (1857), που θεωρήθηκαν προσβλητικά της δημοσίας αιδούς, και που μόλις το 1949 αποκαταστάθηκαν και συνέχισαν να εκδίδονται χωρίς «παράνομες» λύσεις και απαγορεύσεις. Το 1864, έχοντας σπαταλήσει την περιουσία του, πήγε στις Βρυξέλλες, όπου έζησε δυο άθλια και στερημένα χρόνια. Το 1866 τον έφεραν στο Παρίσι με καθολική παράλυση. Εκεί πέθανε έπειτα από δεκαπέντε μήνες, τον Αύγουστο του 1867. (Πηγή: http://www.protoporia.gr/author_info.php?authors_id=915108)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου