Και τι δεν έχω ψήσει ανάμεσα στα κενά που δημιουργούσαν τα αραδιασμένα ξύλα της αυλής μου. Ήταν ένα από τα αγα-πημένα μου παιχνίδια και αφιέρωσα πολλές ώρες παιχνι-διού κάνοντας τη φουρνάρισσα, αλλά και τη μαγείρισσα, αφού οι δυο ρόλοι ήταν αλληλένδετοι. Μ' αυτό τον τρόπο εξασφάλιζα το φαγητό της κουκλοοικογένειας που περίμενε αραδιασμένη σε κάποιο ντουβάρι ή και στο χώμα της αυλής να φάει. Τα υλικά για τη μαγειρική τα προμηθευόμουν από τον κήπο μας. Φύλλα δέντρων, λουλούδια, καρποί...ανακατεύονταν με νεράκι στα κουζινικά και φουρνίζονταν στα κενά ανάμεσα στα ξύλα, στον υποτιθέμενο φούρνο. Μέχρι να ψηθούν με περίμεναν ένα σωρό άλλα παιχνίδια, καθώς η φαντασία κάλπαζε. Από την ανοιχτή πόρτα του εργαστηρίου του ο πατέρας μου με παρακολουθούσε και ποτέ δε μου χάλασε χατίρι όταν τον κερνούσα κάτι απ' αυτά που μόλις είχα ψήσει, προσποιούνταν ότι το τρώει και μάλιστα με επιφωνήματα που απέδιδαν τα εύσημα στη μαγείρισσα.
Οι γλυκές αυτές μνήμες με κάνουν να συνειδητοποιώ πόσο τυχεροί υπήρξαμε όσοι ήμαστε παιδιά τις δεκαετίες '60, '70 και παίξαμε ώρες πολλές στις γειτονιές και τις αυλές. Χορτάσαμε παιχνίδι. Το δικό μου παιδί μεγάλωσε σε διαμέρισμα, δεν κυλίστηκε στο χώμα, δεν μάτωσαν τα γόνατα της, δεν εξαφανίστηκε σε γειτονιές, δεν έτρεξε άφοβα με το ποδήλατο στους δρόμους της πόλης, δεν έμειναν στη μνήμη της οι μυρωδιές της φύσης, των λουλουδιών, των ανθισμένων δέντρων και φυτών, των ξύλων, της βρεγμένης γης, του ποτισμένου κήπου το βράδυ, δεν άκουσε τους ήχους των πουλιών, της γειτονιάς που κουβέντιαζε τα βράδια στους χωρατάδες....δεν είχε σκυλάκι, γατούλες, κοτούλες....δεν έδεσε σχοινιά ανάμεσα σε δυο δέντρα για να ξαπλώσει στην αυτοσχέδια αιώρα από κουρελού....δεν έπαιξε κυνηγητό, κρυφτό, κλέφτες κι αστυνόμους, τα καπάκια....στις γειτονιές κι είναι κρίμα! Βέβαια η κάθε γενιά έχει τα δικά της παιχνίδια, αυτά που επιβάλλουν οι συνθήκες και πάντα η παιδική φαντασία βρίσκει τρόπους. Τα παιχνίδια αφθονούν, αγοράζονται με τέτοια υπερβολή από τους γονείς που ακόμα και τα παιδιά έχουν μπουχτίσει και δεν τους δίνουν σημασία, ενώ πολλά απ' αυτά έχουν κάτι από τη διαστροφή των μεγάλων, κούκλες μακιγιαρισμένες που ακολουθούν πιστά τη μόδα ή κατασκευάζονται καθ' ομοίωση κινηματογραφικών ηρώων ή των star της βιομηχανίας του θεάματος, ηλεκτρονικά παιχνίδια και παιδικές σειρές που εθίζουν στη βία, στον πόλεμο...ή αποτελούν μέρος της προπαγάνδας της καθεστηκυίας τάξης. Χρειάζεται πολύ προσεκτική επιλογή, αν και συχνά δε γίνεται να αρνηθείς στο παιδί σου το παιχνίδι που η διαφήμιση έχει επιβάλει, όσο κι αν διαφωνείς.
Είχαμε μείνει όμως στα ξύλα της αυλής μου, αυτά που μαζί με τα κάρβουνα προμηθευόμασταν τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο κάθε χρόνου για τις σόμπες του σπιτιού. Ο μπαμπάς μου, αφού έκανε την έρευνα για τις τιμές και την ποιότητα, φρόντιζε για την παραγγελία. Ο Δαδαμόγιας, ο Μπάμπος, ο Μαμάτσιος ήταν μερικοί από τους προμηθευτές ξύλων, θυμάται η μητέρα μου. Αγοράζαμε 4 τόνους ξύλα και 3 τόνους κάρβουνα μου λέει, για τις σόμπες της κουζίνας και του εργαστηρίου. Στα υπόλοιπα δωμάτια του σπιτιού υπήρχαν σόμπες πετρελαίου. Τα ξύλα τοποθετούνταν στη φάτσα ενός υπόστεγου στο βάθος της αυλής, πάντα αραδιασμένα και τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο, ώστε να σχηματίζουν έναν όμορφο ξύλινο τοίχο, ενώ τα κάρβουνα τοποθετούνταν σωρηδόν πίσω απ' αυτόν τον ξύλινο τοίχο για να μη φαίνονται. Εννοείται ότι ξύλα και κάρβουνα δεν μαζεύονταν την ίδια μέρα, καθώς απαιτούνταν χρόνος και πολύ δουλειά για να κουβαληθούν, να τακτοποιηθούν και βέβαια στη συνέχεια να καθαριστεί το πεζοδρόμιο και μέρος του δρόμου, όπου το κάρο ή το τρίκυκλο ή το ανατρεπόμενο φορτηγό ξεφόρτωναν τις προμήθειες, να καθαριστεί ολόκληρη η αυλή, αλλά και άλλοι χώροι του σπιτιού που λερώνονταν από το μπες βγες.
Όλη η οικογένεια επιστρα-τεύονταν προκειμένου να μαζευτούν όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Κι όταν λέω όλη, δεν εννοώ μόνον τη στενή οικο-γένεια, δηλ. τους γονείς μου, εμάς τις τρεις θυγατέρες και τις γιαγιάδες μου, που πέρασαν τα γεράματα τους στο σπίτι μας, αλλά και την οικογένεια του αδελφού του πατέρα μου με την οποία είμαστε ιδιαίτερα δεμένοι, όλα τα κάναμε μαζί. Αυτό που θυμάμαι και μ' εντυπωσιάζει τώρα που το σκέφτομαι, είναι η καλή διάθεση, τα γέλια, οι πλάκες, τα πειράγματα, καθώς και τα κεράσματα της μάνας μου. Εν ολίγοις τη διασκεδάζαμε τη δουλειά, δεν βαρυγκομούσαμε, ήταν μια σχεδόν εθιμοτυπική διαδικασία, που μάλιστα όταν πλησίαζε ο καιρός της, την περιμέναμε με ευχάριστη αδημονία. Μαζευόμαστε λοιπόν αρκετοί και με τα χέρια, με καροτσάκια, καφάσια ή κουβάδες μεταφέραμε τα ξύλα ή τα κάρβουνα από την αυλόπορτα ως το υπόστεγο. Στα συναπαντήματα μας στη μικρή αυτή διαδρομή πειραζόμασταν, κυρίως ο πατέρας μου κάτι είχε να πει για τον καθένα! Θέλοντας να παροτρύνει τα ξαδέλφια μου, να κουβαλάνε αρκετά σε κάθε πήγαινε-έλα, έκανε δηκτικά σχόλια για τα μπράτσα τους ή απευθυνόμενος στη θεία μου ρωτούσε, αν τους τάισε το πρωί. Τα πειράγματα έπιαναν τόπο, καθώς τα μικρά στην ηλικία, αλλά αντράκια στην ψυχή ξαδέλφια μου προσπαθούσαν να αποδείξουν σε όλους πόσο αξίζουν να λέγονται άντρες! Άλλοτε τα πειράγματα του πατέρα μου ήταν γεμάτα κατανόηση για τη συσσωρευμένη κούραση των μεγαλύτερων γυναικών "τι έγινε, Αρτεμισούλα, δεν κρατάνε άλλο τα χέρια;" (Αρτεμισούλα, από το Αρτεμισία έλεγε τη μάνα μου) ή "το γυάλισες πάλι το σπίτι, Λούλα, πες μας πόσες δουλειές έκανες από το πρωί! " Τις γιαγιάδες μου τις απέτρεπε να κουβαλήσουν πολλά ξύλα κι η βοήθεια τους είχε καθαρά το νόημα της συμμετοχής για να μην νιώθουν άχρηστες, αλλά αντίθετα να παρευρίσκονται σε όλες τις στιγμές που γεμίζουν τη ζωή και της δίνουν νόημα. "Άντε, κυρά μητέρα, αρκετά μάζεψες για φέτος, του χρόνου πάλι." (κυρά μητέρα έλεγε την πεθερά του). Η δουλειά αμειβόταν με καλό φαΐ και ευχές για καλό χειμώνα.
Δεν γνωρίζω καμιά δουλειά και μάλιστα δύσκολη και βρώμικη να γίνεται σήμερα με τέτοιο κέφι, αντίθετα όταν κάτι είναι δύσκολο γκρινιάζουμε και δυσανασχετούμε, κάνουμε τη δουλειά άκεφα, αναγκαστικά. Η εξήγηση πρέπει να βρίσκεται στους ρυθμούς ζωής που έχουν αλλάξει άρδην. Σήμερα θες να προλάβεις πολλά πράγματα στη διάρκεια της μέρας, να ανταποκριθείς σε πολλές υποχρεώσεις, ο χρόνος πιέζει, συχνά δεν φτάνει, η γυναίκα εργάζεται, τα παιδιά έχουν φροντιστήρια, ωδεία, γυμναστήρια, υπάρχει η τηλεόραση, ο υπολογιστής, τα κινητά... Πίεση, πολύ πίεση και άγχος, πολύ άγχος χαρακτηρίζει τις δουλειές σήμερα!
Από Ματίνα Γκούτζιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου