10 Αυγούστου 2022
Oμάδα Osvald, σαμποτέρ επί Γερμανικής κατοχής. Tο μνημείο αφιερωμένο στη δράσης τους. ( Νορβηγία, Όσλο, καλοκαίρι 2018)
Οι λουκανόπιτες της Ζακύνθου (αφήγημα γραμμένο το καλοκαίρι του 2022)
Παιδάκι των πρώτων τάξεων του δημοτικού με λογική και σύνεση πόας, απεστάλην σε χριστιανική κατασκήνωση στη Ζάκυνθο, του πατέρα Απόστολου, μητροπολίτη Ζακύνθου (1967-1974), μαζί με τις μεγαλύτερες αδελφές μου, επιφορτισμένες με την ευθύνη να με προσέχουν, κυρίως η Κικούκω, η μεγάλη αδελφή, μόλις πέντε χρόνια μεγαλύτερη, ήτοι μικρή για το βαρύ αυτό έργο. Πώς να προσέχεις ένα απερίσκεπτο στρουθίο που ακόμα φορούσε πούπουλα για πανοπλία στη ζωή; Η δεύτερη αδελφή, η Φωφώ -ήταν της μόδας τα υποκοριτικά, αλλά η μάνα μας δεν είχε χρόνο για τις τρυφερότητες που τα υποκοριστικά δηλώνουν και μας αποκαλούσε όλες με τα βαπτιστικά μας, Κυρακούλα, Φωτεινή, Ματίνα - η δεύτερη, λοιπόν, μόλις τρία χρόνια μεγαλύτερη μου, λίγο φρονιμότερη ως χαρακτήρας, βάρυνε επίσης την πρώτη και εγώ αμφότερες. Τελικά η Κικούκω δεν τα κατάφερε κι άσχημα, αφού γυρίσαμε σώες στα πάτρια εδάφη, κατόρθωμα σε συνεργασία με τις ομαδάρχισσες, που τα ονόματα τους εντελώς ελησμόνησα. Άσε που η μεγάλη αδελφή κατάφερε να πουλήσει σε άλλες συγκατασκηνώτριες τις λουκανόπιτες, κάπου δύο σακούλες γεμάτες, που θα χαλούσαν μετά την παρέλευση της ημέρας αγοράς τους, καθώς το προϊόν ήτο ευπαθές.
Αλλά ας εξηγηθώ: Άπαξ του διαστήματος της παραμονής μας στην κατασκήνωση η κάθε ομάδα με την ομαδάρχισσα επισκεπτόταν τον Άγιο Διονύσιο στην πόλη της Ζακύνθου, μερικά ακόμα αξιοθέατα που δε θυμάμαι πια - δεν ξαναπήγα από τότε στο νησί - κι εμείς τα ομαδόπουλα κάναμε και κάποιες αγορές από τα καταστήματα του κέντρου, συνήθως αναμνηστικά για το σπίτι και δώρα για τους γονείς. Όλα τα μικρά ομαδόπουλα, εκτός από ένα. Ως φαίνεται θα μας πήγαν σε κάποιο μαγαζί για πρόχειρο φαγητό στο χέρι κι εκεί πουλούσαν ένα έδεσμα που για πρώτη φορά γευόμουν στη ζωή μου και με ενθουσίασε, ατομική λουκανόπιτα, παρακαλώ. Ήταν τόσο εύγεστη που με όλο μου το χαρτζιλίκι, δεν θα ήταν και ψίχουλα, αγόρασα λουκανόπιτες, να πάω και στις αδελφές μου, και στους γονείς μου, όταν θα επιστρέφαμε στην Κοζάνη, να τρώμε και στην κατασκήνωση, μάλλον δε μας τάιζαν με τέτοιες λιχουδιές, ορθά γιατί είναι βλαπτικές. Τα μαντολάτα δε θα τα είχα πάρει είδηση, ούτε τις κολόνιες με άρωμα από μπουγαρίνι, αυτά τα αγόρασαν οι αδελφές μου στη δικιά τους εξόρμηση στην πόλη.
Και να πεις ότι ήμουν φαγανή; Το αντίθετο, κλαράκι, αδύνατη με τα οστά των γονάτων, των έμπροσθεν και πίσω πλευρών, της λεκάνης να προεξέχουν, καμπούριαζα κιόλας, απ' όσα μου λένε, μάλιστα η Κικούκω με χτυπούσε γροθιές στην πλάτη, κάθε που με έβλεπε να σκύβω για να την ισιάζω. Κακόφαγη, λοιπόν, αλλά οι λουκανόπιτες ήταν το κάτι άλλο! Φαίνεται ότι έφαγα περισσότερο από ότι το στομάχι μου άντεχε και γύρισα κάπως αδιάθετη, έφαγα γερή κατσάδα από την Κικούκω για την αγορά, η Φωφώ περί άλλων ετύρβαζε, θυμόμουν κι εκείνο το μαύρο σκήνωμα του αγίου Διονυσίου που προσκυνήσαμε, νομίζω ότι με κορόιδευαν και κάποια παιδιά της ομάδας μου σταθερά και εκείνη τη μέρα ειδικά (μπούλινγκ το λέμε σήμερα), σκεφτόμουν ότι έπρεπε και να εξομολογηθώ, πριν φύγω από την κατασκήνωση, για τις αμαρτίες μου στον πατέρα Απόστολο, τι κακό έκανα, αν στεναχωρώ γονείς και τέτοια, και πώς να του έλεγα ότι είμαι άτακτη, αγοροκόριτσο, κατσίκι και τα γόνατά μου μόνιμα καλύπτονται από κακάδια αίματος σαν μεγάλες ντάμκες, ότι δεν ένιωθα και το καλύτερο παιδί ... πολύ ζοριζόμουν το έρμο και αγαθό παιδάκι και η ημερήσια στην πόλη της Ζακύνθου, έξω από τον προστατευτικό κλοιό της κατασκήνωσης, μου βγήκε ξινή. Με όλα αυτά, αδιαθεσία και ταραχή καμπούριαζα περισσότερο, είχα διπλωθεί, ένα δαρμένο κουτάβι. Αυτά τουλάχιστον μου λένε οι αδελφές μου, που ακόμα γελάν με την εικόνα και τις ανοησίες μου, παρελθοντικές και όλων των χρόνων μου. Της ενηλικίωσης μου δεν τους φαίνονται αστείες, τις κατακρίνουν και ες αεί. Διαφέρουμε οι άνθρωποι και οι αδελφές.
Η Κικούκω έτρεχε να πουλήσει τις λουκανόπιτες σε άλλα κοράσια της κατασκήνωσης και τα κατάφερε, άρα σε όλες άρεσε η λουκανόπιτα, άρα δικαίως τις αγόρασα, άρα μήπως έπρεπε και με προσαύξηση, αφού δεν μπορούσαν να πάνε στην πόλη οποιαδήποτε στιγμή; Αλλά αυτά τα σκέφτομαι τώρα που έγινα αετόπουλο μηδενικών πτήσεων στο επιχειρείν. Μπούλινγκ έτρωγα κι από τις αδελφές μου, που γελούσαν όταν έβγαινα από τη θάλασσα με την εμφάνιση μου. Βέβαια τότε το μπούλινγκ το λέγαμε αδελφικό ενδιαφέρον και ήτο. Πρώτη φορά είδα θάλασσα στη ζωή μου τότε και μου άρεσε, δεν ήθελα να βγαίνω απ' το νερό, το χρόνο που δικαιούμασταν να κολυμπάμε σ' αυτήν. Ευτυχώς, όλες οι ομάδες, μεγάλες και μικρές κατασκηνώτριες, κολυμπούσαμε μαζί. Αλλιώς σίγουρα θα πνιγόμουν. Μιμούμουν τις μεγαλύτερες προσπαθώντας μόνη να μάθω να κολυμπώ και κυρίως τη Φωφώ, που είχαν ξαναπάει με την Κική, είχαν μάθει κολύμπι, αλλά η Φωφώ ήταν και είναι το δελφίνι της οικογένειας. "Κοίτα πώς κάνω" μου έλεγε, δεν προλάβαινα να δω και ξεμάκραινε. Κάποτε την ακολούθησα στα "δεν πατάτε", ποια με έσωσε δε θυμάμαι, αλλά πάλι με μάλωσαν. Δεν έμαθα τελικά κολύμπι εκείνη τη χρονιά, ούτε σωσίβια, ούτε μπρατσάκια, ούτε κάποιον να ασχοληθεί, πυρ κατά βούληση, για κάποιες πιο εύκολο για κάποιες πιο δύσκολο. Εμένα εύκολο μου φαινόταν στο μάτι, κουνάς χέρια, πόδια, πίνεις θαλασσινό νερό, τέτοια, αλλά στην πράξη δεν τα κατάφερνα καλά, σκέτο βαριετέ, πώς να μη γελάνε μαζί μου. Έβγαινα, μου λένε, με μελανιασμένα χείλη, έτρεμα από το κρύο, αδύνατη και κοκαλιάρα και φυσικά καμπούριαζα. Γελούσαν τι να έκαναν; Κι αν γελούσαν κι άλλες, εκτός από τις αδελφές μου, δικαίως. Μπούλινγκ το λέμε σήμερα, τότε ήταν η κανονικότητα και μόνες έπρεπε να τα βγάζουμε πέρα. Γροθιά στην πλάτη σταθερά και συνεχίζαμε το πρόγραμμα της κατασκήνωσης.
Αν και χριστιανοπατριωτικού είδους η κατασκήνωση του πατέρα Απόστολου στη Ζάκυνθο κι αργότερα αυτή που δημιούργησε στο Φτελιό Μαγνησίας πρόσφερε σε πολλά Κοζανιτόπουλα ολιγοήμερες διακοπές, γνωριμία με τη θάλασσα, όνειρο απατηλό για πολλούς από μας του 60, 70, σκληραγώγηση με την καλή έννοια, μακριά από το οικογενειακό περιβάλλον, εμπειρίες πολλές, που τις περισσότερες τις θυμάμαι θετικά. Όχι, δεν ήμασταν τότε μη μου άπτου. Μάλλον κερδισμένες-οι, όλα τα παιδιά που βρεθήκαμε εκεί. μας έψηνε ο ήλιος, η αλμύρα της θάλασσας, χωρίς αντηλιακά, ομπρέλες και ξαπλώστρες, μας ενδυνάμωσαν οι επιπλήξεις και οι κοροϊδίες, ψάλλαμε ύμνους και προσευχόμασταν μπροστά σε έναν Σταυρό επί μικρού υψώματος με τους φακούς μας αναμμένους το βράδυ για να φτάσουμε ως εκεί - το θυμάμαι μαγικά - κι όταν μεγαλώσαμε κρίναμε κι αποφασίσαμε ο καθένας με τη δική του λογική και κοσμοθεωρία. Όχι, δεν περιμέναμε οι γονείς μας να μπουν μπροστά και να μας προστατέψουν, υπομέναμε ή αντιμετωπίζαμε ανάλογα και όχι δεν έχουμε ψυχολογικά προβλήματα γι' αυτούς τους λόγους. Για άλλους, ναι.
Όταν γυρίσαμε Κοζάνη - φαντάζεστε πόσες ώρες χρειάζονταν τη δεκαετία του 1970 για να φτάσεις από τη Ζάκυνθο στην Κοζάνη και το αντίστροφο, οι γονείς μας δεν αναγνώρισαν αμέσως τη Φωφώ, αν και μπροστά τους. Είχε μαυρίσει πολύ, είχε αγοράσει κι ένα καφέ τσεμπέρι με φλουριά από το νησί και το φορούσε στο κεφάλι, την έψαχναν. "Εγώ είμαι, μπαμπά" τους είπε.
Αν ήμουνα σαν κλαρί αδύνατη, γύρισα κλαράκι. Κατασκήνωση στη Ζάκυνθο δεν ξαναπήγα. Αργότερα, έφηβη, στο Φτελιό, μόνο μια φορά πάλι, γιατί είχα αρχίσει εγώ να μη δένω με το κλίμα των κατασκηνώσεων. "Λόγω ουρσουζιάς", το μπούλινγκ, όπως το λένε σήμερα, συνεχιζόταν κανονικά. Να μην ξεφύγω άσχημα φοβούνταν, στη μετάφραση. Όμως και από το Φτελιό κρατάω όμορφες εμπειρίες, που πάει να πει ότι αυτή η γνωστή ομάδα των διοργανωτών των κατασκηνώσεων αυτών τα κατάφερναν περίφημα. Άλλου παπά ευαγγέλιο έγινα εγώ, εξαίρεση μέχρι σήμερα, ευτυχώς, ανήκουσα μετά του συζύγου στην κατηγορία των μονόλυκων.
Αργότερα έφτασαν οι λουκανόπιτες και στην Κοζάνη, αλλά ποτέ ξανά δεν είχαν την ίδια γεύση. Γκάφες, επιπολαιότητες, λάθη, ατελείωτα. Είχαν να λένε στα σόγια, ότι τις υποδειγματικές Κικούκω και Φωφούκω, δεν τις έμοιασα. Κι όμως είμαι ακόμα εδώ, αν και μεγάλωσα σαν τις ντάλιες, τα χρυσάνθεμα και τα σκυλάκια που υπήρχαν στα στενόμακρα κηπάκια, τα παρτέρια του πατρικού μου σπιτιού. Ούτε σαν αγριολούλουδο, ούτε σαν πολύτιμο λουλούδι. Είμαι ακόμα εδώ, νιώθω πολύτιμη για μένα και μια δυο ακόμα ψυχές. Δηλαδή αληθινή ευλογία.
Ματίνα Γκούτζιου
08 Αυγούστου 2022
Ποίημα 3ο εμπνευσμένο από τον πίνακα της Θάλειας Φλωρά Καραβία : Κοπέλα με μακριά πλεξούδα (γραμμένο το καλοκαίρι του 2022)
Πόσους χυμούς χρωματικούς έστυψε η Φλωρά;
Κοπέλα με μακριά πλεξούδα, λέει.
Δε λέω, είναι και τα μαλλιά
μα αυτό το διάφανο φουστάνι-νυχτικιά
δαγκώνω γλώσσα, ας μη μιλήσω ανοιχτά.
Δεν είναι ώρα που ξύπνησε ετούτη η πληθωρική θεά
ύστερα από ανομολόγητη βραδιά
ηδονικό κορμί, ηδονική ματιά
μπράτσα γερά, στήθια μεστά,
πόδια που η φαντασία σου βλέπει καλλίγραμμα και στιβαρά
κι όλος ο γυναικείος αισθησιασμός στο πρόσωπό της αντανακλά
γαϊτανοφρύδα, ροδομάγουλη με χείλη κερασιά
εκπέμπει φως, αυτή φωτίζει των φυτών την ομορφιά
η φύση εμπρός της ωχριά συμπληρωματικά.
Να 'μουν το δέντρο που ακουμπάς
χορτάρι στο πασούμι
βλαστάρι που μέσα από το νυχτικό κοιτά,
μηλίτσα στην αυλή σου και λοιπά,
όταν σε έπλασε ο Θεός είχε κέφια πολλά.
Της γονιμότητας κορμί, Κυβέλη, Ρέα, Αφροδίτη, Ίσιδα, Αστάρτη ...
ας δώσει ο καθένας σας το όνομα που προτιμά.
Ω γυναίκα!
Κάθε περιγραφή μπροστά στις πινελιές μια ρίμα απλά,
μα η φαντασία μας μπροστά στον πίνακα
πλάθει όνειρα τρελά.
Ματίνα Γκούτζιου
Ποίημα 2ο εμπνευσμένο από τον πίνακα της Θάλειας Φλωρά Καραβία : "Κορίστσι στην ακρογιαλιά" (γραμμένο το καλοκαίρι του 2022)
κάθισε στην ακρογιαλιά
έλαμψε ο τόπος από ομορφιά!
Ζήλεψε η θάλασσα η μαγεύτρα την κοριτσίστικη ομορφιά,
ερυτίδωσε ελαφρά κι έστειλε ένα κυματάκι,
έβρεξε το κοριτσάκι που χαμογέλασε γλυκά.
Του ήλιου σκίασε η καρδιά
και ξανανέβηκε ψηλά
είχε και πιο σοβαρή δουλειά.
Φώτισε από ψηλά τόσο τα ξανθά σγουρά μαλλιά
και το άσπρο φουστανάκι
που μπερδεύτηκε ακόμα κι η Θάλεια Φλωρά
αν τον ήλιο εζωγράφιζε ή το κοριτσάκι στην ακρογιαλιά.
Ματίνα Γκούτζιου
07 Αυγούστου 2022
Ποίημα 1ο εμπνευσμένο από πίνακα της Θάλειας Φλωρά Καραβία. "Στον κήπο" το βάφτισα (γραμμένο το καλοκαίρι του 2022)
06 Αυγούστου 2022
Ο Άγγελος μου, πες τον και Μιχάλη, ο Σωτήρης, πες τον και σωτήρα (6/8/2022)
Σάστισε η κυρά Σοφία
Ω, τι τραγωδία!
Τον Μιχάλη, βάφτισαν Σωτήρη
Ή του πρέπει η ονομασία;
Ράπισμα ή σωτηρία;
Ήταν χρησμός του μέλλοντος, κυρά Σοφία.
Σωτήρας ήταν να γενεί για ολίγους, της ψυχής η σωτηρία.
05 Αυγούστου 2022
Γιαγιά κούκου! Γιαγιά!
Αμέ!!!! Έχουμε τρία πουλάκια μες τα καλαθάκια. Μακάρι να γεμίσουν όλα τα κλουβάκια (προστασίας μόνον) από τα παντρεμένα μας παιδάκια! Γιαγιά Ματίνα με λένε. Ακούω σε όλα τα σύνθετα με πρώτο συνθετικό το γιαγιά. Και στο γιαγιά-κούκου, Ματιούκου, Ματιώ, Τιτούκω, Τίτα, Τίνα ... και κολοτούμπες κάνω και γκαργκούλι βάζω 😃😀😀😀
04 Αυγούστου 2022
Ένα από τα πολλά δημόσια γυμναστήρια, προσφορά στον πολίτη, στο Παρίσι
Ένα δημόσιο υπαίθριο γυμναστήριο κάτω από μια γέφυρα του Παρισιού (έχουν μεγάλο χειμώνα κι αυτοί, οπότε χρειάζονται το σκέπαστρο), με ένα σωρό όργανα σε άριστη κατάσταση και ειδικό μαλακό δάπεδο. Ένα από τα πολλά. Είναι ανταποδοτική η χρέωση του πολίτη. Σε μας οι άχρηστοι ... γνωρίζετε καλά. Εννοείται ότι τα ζηλεύουμε αυτά.
Φτου, ξελεφτερία, παίδες! Γιούρια στη ζωή! Πέντε χρόνια στη σύνταξη. (4/8/2022)
03 Αυγούστου 2022
Ουψάλα (Uppsala), η πιο γνωστή πανεπιστημιούπολη της Σουηδίας
02 Αυγούστου 2022
Το οινοποιείο Μάναλη, το ταβερνάκι Kapari ( Σίκινος, καλοκαίρι 2019)
Τη Σίκινο, παλιά την έλεγαν και Οινόη και σ' αυτό το μικρό Κυκλαδίτικο νησί, ένα από τα αξιοθέατα που μπορείς να επισκεφτείς είναι το οινοποιείο Μάναλη, «κρεμασμένο» σε μια πανέμορφη πλαγιά. Λειτουργεί και ως εστιατόριο, για γάμους, βαφτίσεις, διάφορες εκδηλώσεις. Είναι ωραία κι αν είχαμε χρόνο, μια βραδιά μείναμε στη Σίκινο, θα πίναμε ένα κρασάκι εκεί. Αν δε ήταν τα νιάτα δυο φορές .... τον ξαναπαντρευόμουν τον άντρα μου ρομαντικά στην όμορφη νήσο Σίκινο μετά δεξιώσεως στο οινοποιείο με λίγους και καλούς. Ωραίο όμως και το ταβερνάκι Kapari του ξενοδόχου μας του Χάρη στη Χώρα με πολλούς καπαρομεζέδες, φαγητά και πίτες με κάπαρη, φάβα, ψάρια φρέσκα, ψάρια τουρσιά ... τέλεια και ήσυχα. Αχ, έτοιμη για φευγιό είμαι πάλι, αλλά υπάρχουν και οι υποχρεώσεις.
01 Αυγούστου 2022
Τριήμερο στη Λευκάδα, στα τέλη Ιουλίου 2022
Βουλιάζει η Λευκάδα αυτή την εποχή
Μιλιούνια οι τουρίστες στην Ιονιοαδριατική
Ανατολικά και δυτικά πολλή πήχτρα και οχλοβοή
Κι οι τουριστοεπιχειρηματίες ωσάν τ' αρπακτικά,
με περισσή ξετσιπωσιά γεμίζουν το άπατο πουγκί.
Ποσά ιλιγγιώδη για κάθε διαμονή
κάθε μπουκιά λίρα χρυσή.
Ψάξιμο πιότερο κι από πολύ,
ειδάλλως δίχως πούπουλα θα μείνεις
θα νιώσεις μια ντροπή, που θύμα απάτης έπεσες,
όχι για την περιβολή.
Σιγά να μην πηγαίναμε αυτή την εποχή,
μα ο υιός εξ Αυστραλίας δεν είχε άλλη επιλογή.
Τόσο μακριά που βρίσκεται, σαν έρθει στο Ελλάντα, κάθε σινιάλο ορισμός,
για μίτινγκς και για πρόγκραμς,
εμείς πάντα κατά πόδας, οικειοθελώς εντελώς.
Από τα τέσσερα τα νούμερα, του παιδεμού τους παίδας, τα δύο ευτυχήσαμε να δούμε
με τις ωραίες οικογένειες τους
στιγμές ωραίες ζήσαμε
-ας το γεμίζουν οι Λευκαδίτες το πουγκί-
γιατί η αγάπη και οι χαρούμενες στιγμές δεν έχουνε τιμή.
Έχει κι ο Αυστραλός τον τρόπο του, με ντόλαρς Αυστραλίας
μέχρι βαρκάδα με μηχανοκίνητο σκαρί ,
που μοναχοί και ως συνταξιούχοι με κιάλι αντικρύζαμε, γιατί πόσο ποσό δεν το γνωρίζαμε.
Σε Λευκάδα, Μεγανήσι κι άλλα νησάκια για σκαφάτους
οποία αναπάντεχη χλιδή!
Σε τιρκουάζ, γαλαζοπράσινα θαλασσινά νεράκια
τ' απολαύσαμε πολύ.
Με τον γαμπρό τον ορειβάτη σε καταρράκτη και βουνά,
έχει απ' όλα η Λευκάδα,
κατά Σεπτέμβρη ή Οκτώβρη είναι μαγικά.
Τα βραδάκια φαγητό, ποτάκι ή παγωτάκι με συζητήσεις
σε κάποιο ταβερνάκι, πεζουλάκι, μπαλκονάκι ή κηπάκι,
όλα καταγράφηκαν στη μνήμη και θα μας συντροφεύουν ες αεί
Τι να τα κάνεις τα λεφτά, αν δεν απολαμβάνεις
Ξοδέψαμε το κατιτί, αλλά φχαριστηθήκαμε πολύ!
Με τα δυο παιδιά, γαμπρό, νύφη κι εγγονάκια, τα άλλα τέσσερα παιδιά μας λείπανε πολύ.
Είπαμε και γελάσαμε,
όλοι με θετική ενέργεια λουστήκαμε,
με σαμπουάν δύο σε ένα δηλαδή, μικρά ανοίγματα ψυχής και κάποια θαλπωρή,
το κάθε δευτερόλεπτο γλυκό, ανάμνηση ανεκρίζωτη.
Έτσι, ο αποχαιρετισμός είχε γεύση πικρή.
Μα σε άλλα μέρη θα ξαναβρεθούμε,
τα χέρια θα ξαναπεράσουμε στους ώμους ...
- το είπαμε κι από κοντά, ξέρει πόσο να δίνει η ζωή -
κι αν αφήνει κάποια λύπη η φυγή
γίνεται και η προσμονή για αντάμωμα πιότερο ποθητή
Εις το επανιδείν, τέκνα μας, τεκνά,
- όλων των γονιών που έχουμε συμμετοχή, έστω φιλική-
δε διεκδικούμε τίτλους
κι αν πλεονάζουμε κατά τι, ιδέστε το με την οπτική πώς είστε τυχεροί.
Μόνο την ευτυχία σας επιθυμούμε!
Όλοι σύμφωνοι και στην ίδια πλεύσεως γραμμή.
Φελλόδεντρα και Φελλός Πορτογαλίας (ταξίδι στην Πορτογαλία, Οκτώβριος 2021)
26 Ιουλίου 2022
Cabo Da Roca (ταξίδι στην Πορτογαλία, Οκτώβριος 2021)
Γέρο ωκεανέ, ω μεγάλε εργένη,
όταν περιοδεύεις την πομπώδη μοναξιά των ψυχρών σου βασιλείων,
σωστά περηφανεύεσαι για τη μεγαλοπρέπειά σου την έμφυτη
και για τους αληθινούς επαίνους που με βιασύνη θέλω να σου κάνω.
Ταλαντευόμενος με ηδονή από τα μαλακά απονέρια του αργοπορημένου μεγαλείου σου
που είναι το πιο επιβλητικό από τα προτερήματα που σου χάρισε ο δημιουργός,
ξετυλίγεις, στη μέση ενός σκοτεινού μυστηρίου, πάνω σε ολόκληρη τη θεσπέσια επιφάνειά σου τα ασύγκριτά σου κύματα, ήσυχος κι όλο σιγουριά για τη παντοτινή σου δύναμη.
Αυτά παράλληλα πηγαίνουν, λίγη η απόσταση που τα χωρίζει
κι όταν το ένα γίνεται μικρό πάει το άλλο και το συναντά για να το μεγαλώσει,
τα συντροφεύει ο θόρυβος ο μελαγχολικός του αφρού που λιώνει και όλα είναι αφρός αυτό μας λένε.
Έτσι, κι οι υπάρξεις οι ανθρώπινες, αυτά τα κύματα τα ζωντανά, η μια μετά την άλλη, με τρόπο μονότονο πεθαίνουν, αλλά χωρίς να κάνουν οι αφροί τους θόρυβο.
Με εμπιστοσύνη το αποδημητικό πουλί πάνω τους ξεκουράζεται κι εγκαταλείπεται στις δικές τους τις κινήσεις
που όλο περηφάνεια του κάνουν το χατίρι μέχρι που τα κόκαλά του κι οι φτερούγες του να ξαναβρούν τη δύναμη την απαραίτητη για το μεγάλο ταξίδι στον αέρα.
Και η ανθρώπινη μεγαλοπρέπεια θα το ’θελα να είναι η ενσάρκωση της αντανάκλασής σου.
Γυρεύω πολλά, κι αυτή η ειλικρινής ευχή είναι δοξαστική για σένα. Το ηθικό σου μεγαλείο, εικόνα του απέραντου, είναι τεράστιο όπως οι διαλογισμοί του φιλοσόφου, όπως ο έρωτας της γυναίκας, όπως η θεία ομορφιά του πουλιού, όπως οι σκέψεις του ποιητή.
Είσαι πιο ωραίος κι απ’ τη νύχτα. Απάντησέ μου, ωκεανέ, θέλεις να γίνεις αδερφός μου; ...