), είναι γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Λωτρεαμόν ή Κόμης του Λωτρεαμόν, και είναι ο δημιουργός των
που αποτελούν και το σημαντικότερο έργο του.
2. Το ποίημα γράφτηκε ύστερα από επίσκεψη στην ψαραγορά του Μπέργκεν της Νορβηγίας. Μέσα στην ψαραγορά, αλλά και πολύ κοντά σ' αυτήν, σε τουριστικό σημείο στο λιμάνι, δίπλα στην παλιά εμπορική Χανσεαϊτική συνοικία υπάρχουν καντίνες με πρόχειρα στεγασμένα εστιατόρια για ψαρομεζέδες, ποτό κ.α.. Ωραία είναι, ειδικά αν πεινάς, ύστερα από τα χιλιόμετρα που γράφεις στις εκδρομές. Θέλεις να δοκιμάσεις και τις γεύσεις τους.
Στην ψαραγορά του Μπέργκεν
Ψιλοέβρεχε στο Μπέργκεν
Ψιλοκαλόκαιρο, τον Ιούνιο
Ψιλοκουραστήκαμε ψιλοαπόγευμα
Ψιλοπεινάσαμε για ψιλό, για την ακρίβεια φθηνό, ψαράκι.
Ψιλοκλεφτά τις τιμές κοιτούσαμε
σε ψιλοεστιατόριο, μια τέντα, καθίσαμε
ψιλοτσιμπήσαμε , δεν ψιλοήπιαμε,
αν και το ψιλοθέλαμε,
μα ψιλοείχαμε υπόλοιπα ξενάγησης
χρειαζόμσταν τις τελευταίες της μέρας ψιλοδυνάμεις
Τρώγοντας ψιλοκουβεντιάζαμε,
ψιλογελούσαμε με αστεία.
Ήπιαμε τα καφεδάκια μας, ψιλοξεκουραστήκαμε
και συνεχίσαμε τις διαδρομές στο ταξιδάκι μας.
Με τόσα ψιλά εφόδια
απέκτησε η χαρά βαρύτητα.
3. Το ποίημα αυτό το ενέπνευσε η ομορφιά ενός δέντρου, της γιακαράντας. Η ομορφιά της φύσης σε ευαισθητοποιεί, σε κάνει να ξεχνάς τις ασχήμιες, κάνει ακόμα και τον θάνατο πιο ανεκτό, ιδιαίτερα εκ του ασφαλούς, όταν απλώς τον σκέφτεσαι μέσα σε ένα ειδυλλιακό τοπίο. Στην πρωτεύουσα της Αργεντινής, στο Μπουένος Άιρες οι κεντρικές λεωφόροι είναι στολισμένες σε μήκος χιλιομέτρων με αυτά τα δέντρα. Τέλη Οκτωβρίου με αρχές Νοεμβρίου που βρισκόμασταν εμείς εκεί, αρκετά από τα λιλομωβί λουλουδάκια των δέντρων πέφτουν στη γη και στρώνουν το απαλό χαλί πάνω στο οποίο βαδίζεις ευφορικά ως τουρίστας. Μαγεία! Έτσι το θυμάμαι:
Οι γιακαράντες του Μπουένος Άιρες
Με γιακαράντες να στολίσω τα μαλλιά μου
τα μωβ ανθάκια να περάσω σκουλαρίκια στα αυτιά μου
και μέσα σε λιλά βροχόπτωση και απαλά παχιά λιλομωβί χαλιά
κρατώντας χέρι αγαπημένο, αν είναι η ώρα, ας περάσω στο επέκεινα.
Μα όποιος γιακαράντες και αμόλευτη ζωή τόσο αγαπά,
σουσουρίσματα, θροίσματατα, ξορκίσματα, μαγέματα της φύσης ... γιακαραντζούμ, τζακαραντζούμ
και να, τα ανταποδοτικά δωρίσματα, της ζωής χαρίσματα,
γεμάτη η γη με ομορφιά σε δρόμους και περάσματα ταξιδιωτικά.
Εκεί, που αφήνεις πίσω μικρότητες κι ασχήμιες να αναμένουν υπομονετικά.
Και σου χαρίζονται φύση και πόλεις, δημιουργήματα αριστουργηματικά.
είναι ονειρική η ζωή σε πλεύσεις, δρόμους, κατευθύνσεις, βόρεια, νότια, ανατολικά και δυτικά.
4. Σε ταξίδι μας στο Άμπου Ντάμπι, στα Η.Α. Ε. , ο ξεναγός μας, νιόπαντρος όντας, έφερνε στις περιηγήσεις και την όμορφη γυναίκα του, δεν μπορούσε να την αποχωριστεί. Αντάλλασσαν βλέμματα λατρείας. Μας γλύκαναν όλους με τον φρέσκο και έντονο έρωτα τους :
Οι ερωτευμένοι Πακιστανοί συνταξιδιώτες μας
"Η αμπάγια σου θροΐζει κι η καρδιά μου φτερουγίζει."
Αυτό κι άλλα ανομολόγητα, ιδιωτικά,
διαβάζαμε στη σκέψη, στη ματιά
του νιόπαντρου Πακιστανού και ξεναγού
ερωτοφουντωμένου σαν την ουρά του παγωνιού.
Άλλος του διάλεξε γυναίκα, παπούτσι από τον τόπο σου κ.τ.λ.,
η μάνα που τον γνώριζε καλά κι ήθελε ο γιος
εκεί στο Άμπου Ντάμπι, στην ξενιτιά, στον έρωτα να βρει παρηγοριά.
Υπάκουσε ο Άχμεντ παραδοσιακά, στης μάνας του τα προξενιά
επέστρεψε στο Πακιστάν για ραντεβού και γάμο στα τυφλά.
Έδεσε τόσο το γλυκό ανάμεσα σε νύφη και γαμπρό
που τα κρυφά τους λόγια σα με ντουντούκα διαδήλωσης έσερναν το σκοπό
στου Άμπου Ντάμπι τα παλάτια, κατώτερα από το παλάτι που έχτισαν οι δυο.
"Την αμπάγια σου θα βγάλω, τα χρυσά σανδάλια σου δε θα προλάβω
αχ, να γυρίσουμε στο σπίτι ... " και άλλα ανομολόγητα, ερωτικά.
5. Το τουριστικό ιστορικό κέντρο της Στοκχόλμης είναι γεμάτο με όμορφα μαγαζάκια κάθε είδους. Γκαλερί, καταστήματα με αναμνηστικά από την περιοχή, μπαράκια, καφέ, εστιατόρια ... κάποια διακοσμημένα με φαντασία, όπως ένα μαγαζάκι με χυμούς φρούτων, πνιγμένο στα πορτοκάλια στις βιτρίνες του :
Χυμός πορτοκαλιών
"Ένα χυμό πορτοκαλιών, παρακαλώ."
Χυμούς πορτοκαλένιους έσταζαν
τα κοκκινόξανθα σγουρά μακριά μαλλιά
τα μάγουλα σε έξαψη τα ροδαλά
τα χείλη της βελούδινη ροδακινιά
το σώμα της λεπτό σα σαϊτιά
κι απάνω του ένα φόρεμα αέρινο,
του οπωρώνα η ζωγραφιά.
Ζαλίστηκε, την πόθησε, πλησίασε, μα τι να πει;
" 'Ενα χυμό πορτοκαλιών, παρακαλώ." είπε θαρρετά.
Του χαμογέλασε, έτσι όπως στάθηκε κοντά.
" Στις νότιες θάλασσες να πλεύσουμε αγκαλιά,
Φάτα Μοργκάνα, του Καββαδία μεταλαβιά." σκέφτηκε η καρδιά.
Με το χυμό στο χέρι, του χαμογέλασε ξένοιαστα ξανά
του γύρισε την πλάτη κι έφυγε μακριά.
"Μόργκαν!" τη φώναξε τ΄ αγόρι της και την κράτησε αγκαλιά.
Ξεμάκρυναν. Ψάχνοντας τον ορίζοντα
του φάνηκε πως ξαγκιστρώθηκε,
άφησε την ερωτική τους τη φωλιά,
γύρισε προς το μέρος του. Θα την περίμενε.
Χτυπούσε ο ήλιος κατακούτελα, έκαιγαν τα σώματα
αποζητούσαν χυμών δροσιά.
6. Τα πολλά ταξίδια μας, τα ξεκινήσαμε, αφότου βγήκαμε στη σύνταξη. Δυστυχώς, μεσολάβησε ο κωρονοϊός που μας κράτησε φυλακισμένους για δύο χρόνια. Συνεχίσαμε να ταξιδεύουμε μετά, αλλά κάποιες φορές είναι και τα σόγια φυλακή, μπορεί γλυκιά ή πικρή, αλλά είναι. Το πρώτο μας ταξίδι, εις υγείαν της ελευθερίας από τη δουλειά ή δουλεία έγινε στην Ισλανδία. Φανταστείτε τα ταξίδια σαν ένα ισλανδικό ζεστό μάλλινο πουλόβερ, αυτά με τις πολύχρωμες μπορντούρες περιστροφικά των ώμων. Εγώ έτσι τα φαντάστηκα. Είναι ακόμα πιο ωραία.
Ισλανδικό πουλόβερ
Για μάλλινο χοντρό ζεστό ισλανδικό
πουλόβερ, κουβάρια και κουβάρια ξετυλίχτηκαν
να πλέξουν σχέδια με χρώματα πολλά
να γίνει το εργόχειρο ομορφιά, ενδεικτικό
νέας αρχής. Σαν βγεις στη σύνταξη ... από Δευτέρα σα να λέμε.
Ναι, μη νομίσετε κάτι βαρύγδουπο και ηχηρό.
Στην πλάτη "φτου, ξελευτερία " έγραψαν τα νήματα
να μείνουν πίσω τα παλιά. Η ελπίδα πάντα πλέει σε πελάγη μελλοντικά.
Γύρω απ' τους ώμους πλέχτηκε του κόσμου τούτου η ομορφιά,
ο ήλιος, το φεγγάρι, τ' άστρα, η γη, οι θάλασσες, οι ωκεανοί,
ποτάμια, δάση και βουνά, λουλούδια, ζώα και πουλιά,
η μέρα, η νύχτα, ο ουρανός, τα σύννεφα, όμορφες πόλεις,
όμορφα έργα ανθρωπινά, μουσικές, χοροί, τραγούδια...
πάντα χωράνε τα καλά. Σαν κιβωτός. Για Νώε δεν περίσσεψαν μαλλιά.
Είπαμε: "Φτου, ξελευτεριά". Το ρούχο ακόμα δεν τελείωσε.
Λίγο του μένει. Θα τελειώσει πόντο πόντο και αυτό. Μα ήταν το έναυσμα,
το πουλόβερ το ισλανδικό, μπορεί και η τυχούσα συγκυρία,
την ομορφιά που έχει ένα μάλλινο ζεστό ισλανδικό πλεκτό κι αλλού,
στου κόσμου αυτού τις στράτες, που ανοίγονται σωρό, να την αναζητώ.