-Ωραία φάγαμε στο "Μαύρο Γάτο".
-"Άσπρος Γάτος", γλύκα. Aν ήταν μαύρος, δεν θα πάταγε κανείς.
Τυχαία επιλέξαμε τη συγκεκριμένη ψαροταβέρνα και πράγματι το φαγητό ήταν ωραιότατο και το προσωπικό ευγενέστατο, πετύχαμε όμως διάνα. "Λέγε με Βίργκω" του είπα αστειευόμενη μόλις φτάσαμε στον Πόρο. Πού να το ήξερα ότι βρισκόμασταν στο μαγαζί όπου έπινε τα απεριτίφ της η ηρωίδα του Κοσμά Πολίτη στο "Λεμονοδάσος" που τόσο αγάπησα ως σειρά στην ΕΙΡΤ, όταν ήμουν μαθήτρια.
Τι (σου) είναι η ζωή; un peu d’ amour, un peu d’ espoir, et puis bonsoir (η φράση από το βιβλίο).
Ένα αστείο η ζωή, λένε άλλοι, και με ένα τέτοιο ξεκινάει, κατά κάποιο τρόπο, και η γνωριμία της Βίργκως με τον Παύλο, η ερωτική περιπέτεια των οποίων διαδραματίζεται κυρίως στον Πόρο. Γίνεται να πας στον Πόρο και να μην θυμηθείς το "Λεμονοδάσος" του Κοσμά Πολίτη; Αλλά είχαμε μείνει στο ανεκδοκάτι του Παύλου που εκφράζει και την πεποίθηση του νέου αυτού άντρα για τη ζωή:
" Ένα ανδρόγυνο πήγε ν’ αγοράσει έναν κόκορα για το κοτέτσι του. Έδειξαν στην Κυρία έναν υπέροχον και της ζήτησαν μια τιμή εξωφρενική.— Γιατί τόσο ακριβά; ρωτά — Επειδή κάνει το χρέος του δέκα φορές την ημέρα, της απήντησε ο άνθρωπος που τον πουλούσε. — Πε το στον άνδρα μου. Πηγαίνει και το λέγει του ανδρός της. — Η Κυρία μου είτε να σας πω ότι αυτός ο κόκορας κάνει το χρέος του δέκα φορές την ημέρα. — Με την ίδια κότα; ρώτησ’ εκείνος. — Όχι βέβαια, με διάφορες κότες. — Πε το στη γυναίκα μου… "
Η άποψη του Παύλου ότι ο γάμος σκοτώνει τον έρωτα οδηγεί τη σχέση του με τη Βίργκω σε ναυάγιο. Της στέλνει μια επιστολή και της εξηγεί:
«Βίργκω,
Όλο αυτό το διάστημα δεν έπαυσα να σε σκέπτομαι, δεν έπαυσα να σκέπτομαι τους δύο μας, με όλη τη δυνατή επιείκεια.
Καταλαβαίνω καθαρά πως η μητέρα σου, καθώς και η δική μου, μας θεωρούν αρραβωνιασμένους και ότι φυσική συνέπεια θα είναι να παντρευτούμε. Αυτό θα είναι φοβερό.
Σκέψου Βίργκω πόσο αγαπηθήκαμε. Δεν ξεύρω τι αισθάνθηκες εσύ, αλλ’ αν πρόκειται να εκφράσω εγώ την ψυχική μου κατάσταση με υλικά μέσα, μπορώ να πω ότι θα εμφανιζόταν ένα δημιούργημα μοναδικό σε χρώματα, σε ήχους και σε γραμμές. Ο αέρας εδονείτο από συμφωνίες ηρωικές και συμφωνίες πάθους. Μια μαρμάρινη στήλη υψώνεται στο άπειρον μέσα σε μια δίνη λαμπρών χρωμάτων. Όλα τα χρώματα της ίριδος επάνω σε βάθος πορτοκαλί. Μια δύναμις με ωθούσε να πετάξω στο αχανές. Τόσο πολύ σ’ αγαπούσα. Και τώρα ακόμη που σου γράφω, στριφογυρίζουν εμπρός μου τα ίδια χρώματα, κάπως όμως θαμπωμένα από την απόσταση. Φθάνουν ακόμη στ’ αυτιά μου οι μακρινοί ήχοι της αποθεωτικής συμφωνίας.
Σκέψου τώρα Βίργκω πού θα καταντήσομε μετά το γάμο μας. Σε λίγο καιρό το ηρωικό φτερούγισμα θα σταματήσει και θα βρεθούμε ο ένας απέναντι του άλλου, μέσα στις εκνευριστικές μικρότητες της καθημερινής ζωής. Δεν θα μας μείνει καν η ανάμνησις του παρελθόντος· θα την έχει κουρελιάσει το τέρας της πραγματικότητος,
Επί είκοσι χρόνια, τα είκοσι χρόνια νεότητος που μας μένουν, θα πρέπει καθημερινώς να θάβομε και από μια απατηλή γοητεία. Εμείς οι ίδιοι θα γίνομε οι νεκροθάπται της αγάπης μας. Εν τω μεταξύ αι ανάγκαι των αισθήσεων θ’ αντικαταστήσουν το πάθος της ψυχής μας και η αγάπη μας θα καταντήσει μια φυσική ανάγκη. Προς τι τότε αυτή η εξέγερσις των αοράτων δυνάμεων που μας συνεπήραν στον ανεμοστρόβιλό τους; Το κοινότερο συνοικέσιο θα είχε το αυτό αποτέλεσμα. Θα γκρεμίζαμε το οικοδόμημα, της αγάπης μας. Εγώ σπούδασα αρχιτέκτων για να οικοδομώ και όχι να γκρεμίζω.
Σπείραμε γύρω μας τη θλίψη και την ανησυχία, σαν να επρόκειτο για ένα γεγονός κοσμοϊστορικό, ενώ ήταν απλώς ένας μαγνητισμός που είλκυσε δυο αντιθέτους πόλους. Οι μακρινοί πρόγονοί μας της λιθίνης εποχής θα έλυαν το ζήτημα σε μια στιγμή. Το ίδιο κάνουν τώρα τ’ αληθινά παιδιά της φύσεως, οι άγριοι και τ’ αγρίμια. Αυτά έλεγα και στον καημένο τον Σαρή λίγη ώρα πριν σκοτωθεί. Εμείς τον σκοτώσαμε. Αλλά κι αυτός ελησμονήθη.
Τώρα Βίργκω με ελκύουν το υψηλά ιδεώδη του ανθρωπισμού. Θα συντείνω με όλη μου τη δύναμη προς ένα καλύτερο μέλλον της ανθρωπότητος μακριά από πάθη και αγωνίες. Θα συντρίψω την αχαλίνωτη φαντασία μου κάτω από το ασήκωτο πέλμα της βαριάς δουλειάς, σε βαθμό που θ’ αδυνατεί να φτερουγίσει, ακόμη και όταν κοιμούμαι και δεν την προσέχω. Ούτε στα όνειρα μου.
Σ’ αφήνω Βίργκω. Πίστεψέ με, ο χωρισμός μας είναι το μόνον μέσον να διατηρήσομε ακέραιο τον έρωτά μας. Είναι ο μόνος τρόπος να μείνωμε πιστοί στην ανάμνησή του, έστω και ασυνείδητα, στην ανάμνησή του που θα σελαγίζει σαν φωτεινό μετέωρο στον άγνωστο ουρανό του μέλλοντος μας.
Παύλος»
Δίκιο έχεις, Παύλο, ο γάμος είναι και συμβιβασμός, κυρίως με την απόφαση ότι μόνο τον εαυτό σου μπορείς τόσο δα, μια στάλα, να βελτιώσεις και την απόφαση ότι η ομορφιά αυτής της συμβίωσης κρύβεται στο ξεγύμνωμα και την αποκαθήλωση από το ιδεατό, στην καθημερινότητα και τις μικρές ή μεγάλες στιγμές της.
Εμείς στον Πόρο (και παντού) πήγαμε συμβιβασμένοι με τα λάθη, τις αδυναμίες, τις προοπτικές μας, με τις εκνευριστικές μικρότητες της καθημερινής ζωής, με το τέρας της πραγματικότητας, με τη ζωή μας, όπως οι πολλοί, αλλά επεράσαμε όμορφα, όμορφα, όμορφα ... Χαρήκαμε τη φύση, το νησί, το μπανάκι, τις βόλτες μας, το όμορφο ξενοδοχείο μας με την υπέροχη θέα προς τον Πόρο, το φαγητό, την παγωμένη μπυρίτσα ... ό,τι μπορέσαμε, ακόμα και τις πόζες μας στις φωτογραφίες σαν μικρά παιδιά, χωρίς μεγάλες αγωνίες για το αύριο, αλλά με τη συναίσθηση ότι η ζωή περνάει και χάνεται. Ζήσε λοιπόν το σήμερα, γιατί όλα είναι εφήμερα κλπ. σοφά και δύσκολα εφαρμόσιμα. Έτσι γίνεται, όταν μεγαλώνεις, η φιλοσοφία της ζωής αποκτά θετικό πρόσημο, γιατί η έξοδος είναι κοντά και φτύνω τον κόρφο μου-μας. Οι ασυμβίβαστοι, πλην των νέων, ας αναλογιστούν με τι δε συμβιβάστηκαν, όσο δίκιο κι αν έχουν.
Ας συμβιβαστώ κι εγώ κι ας πω όμορφος ο Πόρος παρά .... Σουςςςς, δεν έχει παρά και αλλά..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου