Σε μερικές επαρχιακές πόλεις βρίσκονται σπίτια που η όψη τους προκαλεί μελαγχολία σαν εκείνη που γεννάνε τα πιο σκοτεινά μοναστήρια, οι πιο άχαροι χερσότοποι ή τα πιο θλιβερά ερείπια. Στα σπίτια αυτά συναντάς ίσως ταυτόχρονα και τη σιγαλιά του μοναστηριού και την ξεραΐλα των χερσότοπων και τα σκέλεθρα των ερειπίων. Η ζωή και η κίνηση είναι τόσο ήσυχες εκεί, που ένας ξένος θα τα έπαιρνε για ακατοίκητα, αν δεν αντίκριζε ξαφνικά το χλωμό και κρύο βλέμμα ενός ασάλευτου προσώπου, που η μισομοναστηριακή του μορφή προβάλλει πάνω απ' το περβάζι του παραθύρου, μόλις ακουστεί θόρυβος από ασυνήθιστα πατήματα.
Είναι δύσκολο να περάσεις μπροστά από αυτά τα σπίτια και να μη θαυμάσεις τα πελώρια μαδέρια, που οι άκρες τους, σκαλισμένες σε παράξενα σχήματα, στεφανώνουν μ' ένα μαύρο βαθύ ανάγλυφο τα περισσότερα ισόγεια τους. ... Πιο πέρα, πόρτες στολισμένες με τεράστια καρφιά και πάνω σ' αυτά, χαραγμένα από τον νου των προγόνων μας, οικογενειακά ιερογλυφικά, που ποτέ πια δε θα ξαναβρεθεί το νόημά τους. Αλλού ένας προτεστάντης χάραξε εκεί την πίστη του, κι αλλού ένας επαναστάτης τις κατάρες του ενάντια στον βασιλιά .... Χάραξε και κάποιος αστός τα εμβλήματα της αρχοντιάς του, τη δόξα της λησμονημένης του θητείας στο δήμο.
Απόσπασμα από το βιβλίο "Ευγενία Γκραντέ" του Ονορέ ντε Μπαλζάκ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου