Translate

17 Ιανουαρίου 2015

Κλασικός ή κλασσικός ; (του Γιώργου Δαμιανού)



Η λέξη “κλασικός” προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη “κλάσις, -εως”. Υιοθετήθηκε από τους Λατίνους, αλλά για τη λατινική προφορά έπρεπε να προστεθεί και το δεύτερο σίγμα, γιατί το -s- ανάμεσα σε δύο φωνήεντα προφέρεται ως -ζ-. Στην ελληνική ορθογραφία, λοιπόν, είναι λάθος να μεταφέρουμε τη λατινική γραφή με δύο -σσ-. Η σωστή ορθογραφία είναι: κλασικός, ή, ό
Η ιστορία της λέξης:
Σήμερα, μιλάμε για κλασική ομορφιά, μουσική, αθλητισμό, ζωγραφική, ντύσιμο, επίπλωση, συνήθειες κ.λπ. Στη ρωμαϊκή αρχαιότητα, όμως, ο όρος κλασικός προσδιόριζε μόνο τους πλούσιος πολίτες και αργότερα και τους συγγραφείς.

Στην αρχαία Ρώμη ο όρος “classicus” προσδιόριζε τον πλούσιο πολίτη με μεγάλη υπόληψη και κύρος (dignitas και auctoritas).

Το 2ο αιώνα μ.Χ πρωτοπαρουσιάζεται ο όρος από τον Αύλο Γέλλιο, (Aulus Gellius, 125 – 180 μ.Χ.), για να προσδιορίζει τους συγγραφείς πρώτης τάξεως. Κλασικοί συγγραφείς, classici auctores, ήταν εκείνοι που υποστήριζαν την άρχουσα κοινωνική τάξη (classe) σε αντίθεση με τους proletarii scriptores, που έγραφαν ή ανήκαν στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Υπενθυμίζουμε ότι ο όρος προλετάριος < proletarius δήλωνε τον άκληρο πολίτη που δεν μπορούσε να δώσει κανένα έσοδο στο κράτος, παρά μόνο τα παιδιά του (proles), για να καταταγούν στον στρατό. Ο όρος προλετάριος πήρε τη σημερινή σημασία, αν και δε διαφέρει πολύ από την αρχαία, στη Μαρξιστική ορολογία.
Στον Μεσαίωνα ο όρος “κλασικός” προσδιόριζε τους συγγραφείς, που τους μελετούσαν στις classes (σχολικές αίθουσες), γιατί τους θεωρούσαν κατάλληλους για τα χρηστά ήθη της εποχής.

Στην Αναγέννηση ο όρος classicus προσδιόριζε όλη την ελληνορωμαϊκή λογοτεχνία, που έπρεπε με κάθε τρόπο να διαφυλαχθεί από τις απειλές και τα σκοτάδια του Μεσαίωνα

Στα τέλη του 18ου αιώνα πλάθεται ο όρος “Νεοκλασικός” για να να εκφραστούν όλες εκείνες οι ιδέες που εναντιωνόταν στον μπαρόκ

15 Ιανουαρίου 2015

Κοζανίτικες μεταφορικές εκφράσεις

Η Κοζάνη τη δεκαετία του 1930
Τις μεταφορικές αυτές εκφράσεις που εμπεριέχουν λέξεις σχετικές με την τροφή και τη διαδικασία του φαγητού, βρήκα στο εξαιρετικό και πολύτιμο για τον πολιτισμό της Κοζάνης βιβλίο "Γεύσεις από παλιά Κοζάνη" των Ματίνας Μόμτσιου Τσικριτζή και Φάνης Φτάκα Τσικριτζή. Εγώ προσθέτω μόνον τη σημασία τους, πότε και για ποιο λόγο λέγονταν.

1. Μισή μιρίδα άνθρουπους: Λέγονταν για τον μικροκαμωμένο, τον λιανό τον αδύνατο, τον αχαμνό, για κάποιον που δεν τον πιάνει το μάτι σου, που δεν τον λογαριάζεις σημαντικό ή ότι μπορεί να τα καταφέρει. Την έκφραση, τη χρησιμοποιούμε και σήμερα στην κοινή νεοελληνική.
2.Τιρούσιν κι τουν έπιφταν τα σάλια: Λέγονταν για κάποιον που επιθυμεί πάρα πολύ κάτι, που το λιγουρεύεται, που είναι νηστικός ή στερημένος γενικότερα και επιθυμεί αυτό που οι άλλοι απολαμβάνουν ή έχουν από μακριά.
3. Πε τα καθαρά κι μην τα μουτσιαλνάς (μουτσιαλνώ = μασώ): Λέγονταν για τους ανειλικρινείς, γι' αυτούς που προσπαθούσαν να αποκρύψουν στοιχεία, την αλήθεια γενικότερα, γι' αυτούς που μασούσαν τα λόγια τους. Για τις υπεκφυγές και τα μισόλογα, 
4. Μη γένισι μουναχουφάης: Λέγονταν για κάποιον που τα ήθελε όλα δικά του και δεν μοιράζονταν.
5. 'Ν έκαμάμι φσιέκ': α) δηλ. φάγαμε πολύ και καλά, μέχρι σκασμού, την κάναμε ταράτσα. β)Νομίζω ότι η έκφραση αυτή είχε και δεύτερη σημασία και δήλωνε ότι θυμώσαμε κάποιον πάρα πολύ (τουν έφκιασα φσιέκ'), τον κάναμε πύραυλο, Τούρκο, συνήθως για λόγους εκδίκησης ή ανταπόδοσης. 
6. Δε χαρίζ' κάστανα: Λέγονταν για κάποιον που τα λέει έξω από τα δόντια, χωρίς φόβο και πάθος, που μιλάει και εκφράζει την άποψή του με θάρρος και παρρησία. Το λέμε και σήμερα.
7. Είναι χαψιά κι σχώριου (χαψιά = μπουκιά, σχώριου = συγχώρεση): Λέγονταν για κάτι πολύ νόστιμο, εύγευστο ή πολύ όμορφο, με ιδιαίτερο κάλλος π.χ. μια όμορφη κοπέλα. "Είναι μπουκιά και συχώριο" λέμε και σήμερα.
8. Δεν αδειάζου να φάου ψουμί: Δηλαδή, δεν ευκαιρώ, δεν μου περισσεύει χρόνος, είμαι πολυάσχολος. Το έλεγαν συχνά οι παντρεμένες γυναίκες, καθώς οι πολλές δουλειές και υποχρεώσεις τις κρατούσαν συνεχώς στο πόδι. 
9. Μυρίζ' χουρτασιές: Λέγονταν για κάποιον που δεν είχε όρεξη να φάει στο κανονικό τραπέζι, γιατί προηγουμένως είχε τσιμπολογήσει ή και για κάποιον που η οικονομική του άνεση ήταν εμφανής.

Από Ματίνα Γκούτζιου

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οποιαδήποτε προσθήκη ή διόρθωση είναι καλοδεχούμενη και πολύτιμη.

09 Ιανουαρίου 2015

ΟΙ ΑΓΟΥΡΙΔΙΣ (Νάσης Αλευράς)

Άλλη μια ιστορία από το βιβλίο του Νάση Αλευρά «Μ’ είπιν η μάνα μ’» (έκδοση 1964). Τις ιστορίες αυτές θυμάμαι να μας διαβάζει ο πατέρας μου, Θύμιος Γκούτζιος, όταν ήμαστε μικρά παιδιά για να μας διασκεδάσει, θα έλεγα σαν ένα Κοζανίτικο παραμύθι ή «μπέντι» όπως λεν οι Κοζανίτες. Δηλαδή μια ιστορία από τα παλιά που σκοπό έχει να σατιρίσει, να αστειευτεί με πρόσωπα και καταστάσεις, αλλά και να ευχαριστήσει, να δια-σκεδάσει, μερικές φορές ακόμα και να διδάξει. Το βιβλίο αυτό θυμήθηκα τελευταία και το αναζήτησα στη βιβλιοθήκη του πατρικού μου, με αφορμή το μουντιάλ ποδοσφαίρου, καθώς στη μνήμη μου ανασύρθηκε μια ιστορία σχετική με τη «μπάλα» από το συγκεκριμένο βιβλίο. Από κει και πέρα βλέποντας ότι αυτές οι ιστορίες δε διασώζονται σε ηλεκτρονική μορφή, θεώρησα ότι θα ήταν καλό να καταγραφούν και στον διαδικτυακό χώρο, πολύ περισσότερο αφού αποδείχτηκε ότι ενδιαφέρουν και διαβάζονται από τους Κοζανίτες. Στη συγκεκριμένη ιστορία, λόγω πολιτικών συγκυριών, θα μπορούσε να δοθεί και ένας ακόμα τίτλος από φράση του κειμένου: «Πώς οι Γιρμανοί μας ακόλτσαν τ’ άντιρα στα πλιβρά, απ’ τ’ν νησκουσίν». Τίτλος που εκφράζει απόλυτα την πείνα της κατοχής, αλλά προσεγγίζει και την πτώχευση του ελληνικού λαού εξαιτίας της ευρωπαϊκής-γερμανικής πολιτικής, καθώς και των υπηρετούντων αυτήν Ελλήνων πολιτικών.

08 Ιανουαρίου 2015

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ



Τι είναι η περίληψη;

Είναι η συνοπτική και περιεκτική απόδοση, σε συνεχή λόγο, ενός κειμένου. Είναι ένα νέο κείμενο, που, χωρίς να προδίδει το αρχικό, περιλαμβάνει τα σημαντικότερα σημεία του, κατάλληλα συνδεδεμένα.


Η περίληψη βασίζεται:

• Στο θεματικό κέντρο του κειμένου.

• Στους πλαγιότιτλους των παραγράφων ή των θεματικών ενοτήτων

• Στις σημαντικές λεπτομέρειες της κάθε παραγράφου (λέξεις, φράσεις -  κλειδιά).